
Ο καλός, ο κακός και ο άγιος – το τρίγωνο του Karpman αλλιώς
Ας ρίξουμε μια ματιά στο τρίγωνο του Karpman. Ο Karpman, εμπνευσμένος από τον Eric Berne που εφηύρε τη συναλλακτική ανάλυση και μίλησε για τα παιχνίδια που παίζουν οι άνθρωποι, ισχυρίστηκε ότι σε όλες τις στενές σχέσεις τείνουμε να έχουμε έναν από τους εξής τρεις ρόλου: Θύμα, Θύτης, Σωτήρας. Ακούγεται απλό και ξεκάθαρο. Αυτό που είναι πιο σπουδαίο είναι ότι όταν παίζουμε τον έναν ρόλο, παίζουμε ταυτόχρονα και τους άλλους δυο!
Το Θύμα είναι αυτό που υπόκειται τα χτυπήματα της μοίρας. Έχει ελάχιστη δύναμη και εξουσία και είναι έρμαιο στην ευγενή ή όχι προαίρεση του Άλλου για να είναι καλά ή όχι. Κύρια πεποίθηση είναι το «Δε Φταίω», και σημαντική φιλοδοξία είναι μια καλή θέση στον παράδεισο.
Ο Θύτης καταρχάς είναι πάντα ο Άλλος. Είναι αυτός που έχει όλη την ισχύ και εξουσία να φέρεται στον Άλλον, όπως επιθυμεί. Φαίνεται εγωπροσανατολισμένος, ασεβής και αδιάφορος απέναντι στο συναίσθημα ή βίωμα του Άλλου. Κύρια πεποίθηση είναι το «Έχω Δίκιο» και όνειρό του οι άλλοι να γίνουν και να σκέφτονται, όπως αυτός.
Ο Σωτήρας είναι το καλό παιδί που όλους τους νοιάζεται, όλους τους φροντίζει, που σε βοηθά και σε συμβουλεύει, ακόμα και χωρίς να του το ζητάς. Αν είχε χρόνο, θα ασχολούταν με τον εαυτό του και με τα όνειρά του, αλλά η προσφορά στους άλλους του γεμίζει τη ζωή. Πεποίθηση του το «Αν δεν το κάνω εγώ, κανείς δε θα το κάνει» και κύριο παράπονο του η αχαριστία των άλλων.
Εδώ θα κάνω μια απαραίτητη σημείωση. Οι περιγραφές αφορούν ρόλους μεταξύ ισοτίμων (εξ ου και κεφαλαίο το αρχικό γράμμα) και όχι καταστάσεις όπου η εξουσία είναι ανόμοια. Ένας άντρας που χρησιμοποιεί τη σωματική του δύναμη ενάντια σε μια γυναίκα είναι θύτης. Το παιδί που παραμελείται από τον γονιό είναι θύμα. Ο πολίτης που δολοφονείται από αστυνομικό είναι θύμα. Γιατί η κατανομή της εξουσίας είναι άνιση.
Στις ισότιμες σχέσεις, λοιπόν, για παράδειγμα ανάμεσα σε ένα ζευγάρι, φαίνεται ότι έχουμε την τάση να καταλαμβάνουμε είτε το ρόλο του Σωτήρα είτε το ρόλο του Θύματος. Ως Σωτήρες, διαλέγουμε συντρόφους για να τους σώσουμε. Πληγωμένους, φοβισμένους, εξαρτημένους, λυπημένους, αδικημένους. Με άκρατο ρομαντισμό και αλτρουισμό ορμάμε στη σχέση με όπλο μας την αγάπη, που όλα τα νικά και όλα τα θεραπεύει, και γινόμαστε οι φύλακες άγγελοι του συντρόφου μας. Στεκόμαστε στο πλάι του σε όλες τις δυσκολίες, υπομένουμε στωικά και μαρτυρικά τη δυστυχία τους, γινόμαστε ψυχολόγοι, δάσκαλοι, γκουρού και απολαμβάνουμε την ευγνωμοσύνη που μας επιστρέφεται. Νιώθουμε πανίσχυροι και σημαντικοί και κατευνάζουμε τον πυρηνικό φόβο της εγκατάλειψης και της προδοσίας με την σκέψη ότι είμαστε και πολύ καλοί και πολύ σημαντικοί και εντελώς απαραίτητοι. Και τι σπουδαιότερο από την αίσθηση της ασφάλειας σε μια σχέση;
Μέχρι να εξαντληθούμε. Μέχρι να έρθει η ζωή – αυτή που εγκαταλείψαμε στο δράμα της αυτοθυσίας που επιλέξαμε να παίξουμε – και να μας ζητήσει αυτά που της χρωστάμε. Και της χρωστάμε, γιατί στην τραμπάλα μεταξύ Αυτονομίας και Συνεξάρτησης βρισκόμαστε μόνο στη Συνεξάρτηση. Αν είμαστε τυχεροί θα είναι πρακτικά προβλήματα που έχουν προκληθεί λόγω της αδιαφορίας μας για τα επίγεια, όντες αφοσιωμένοι στο ιερό μας έργο. Αν είμαστε πιο ευάλωτοι θα μας χτυπήσει την πόρτα η ασθένεια. Οι δυνάμεις που είχαμε για να φροντίζουμε τον άλλο, μας εγκαταλείπουν. Και τα δεινά είναι δυο: δε ξέρουμε να ζητάμε και να δεχόμαστε βοήθεια, και επιπλέον ο σύντροφός μας δεν ξέρει, ούτε μπορεί να προσφέρει γιατί δεν του μάθαμε ποτέ. Και κάπως έτσι από Σωτήρες γινόμαστε Θύματα. Η αδικία και η μοναξιά μας πνίγει, θεωρούμε τον Άλλον αδιάφορο ή άχρηστο και μπαίνουμε σε κατάθλιψη.
Και μαθηματικά, ο αποτελεσματικότερος τρόπος να βγει κανείς από την κατάθλιψη είναι ο θυμός. Εξοργιζόμαστε και εξαπολύουμε κατηγορώ και μομφές σε αυτόν τον άλλο που δε στάθηκε αντάξιος της θυσίας μας. Τον υποτιμάμε μέσα μας και έξω μας και οδηγούμαστε μακριά από τη σχέση, είτε πραγματικά είτε συναισθηματικά. Και γινόμαστε Θύτες. Και λέμε ότι δεν είμαστε Θύτες, είμαστε αδικημένοι. Πώς εμείς, με τα τόσο ανθρωπιστικά ιδεώδη, μπορούμε ποτέ να γίνουμε Θύτες; Επειδή φωνάξαμε; Επειδή βρίσαμε; Επειδή πήραμε το αίμα μας πίσω; Ανθρώπινο δεν είναι κύριε δικαστά;
Ανθρώπινο, βέβαια. Αλλά κολάσιμο. Είναι συγκλονιστικό πώς οι άνθρωποι αρνούμαστε πεισματικά να αναγνωρίσουμε τις σκιές μας. Τις σκοτεινές μας πλευρές. Πώς ορίζουμε την καλοσύνη. Πώς έχουμε τη ψευδαίσθηση ότι είμαστε πάντα οι καλοί στο παραμύθι. Πώς μοιράζουμε το ρόλο του κακού λύκου στους άλλους. Πώς τελικά θεωρούμε ότι η καλοσύνη είναι η σπουδαιότερη ανθρώπινη κατάσταση και όχι η ακεραιότητα. Ή ο σεβασμός. Προς τον εαυτό και προς τον άλλον. Είναι τρομακτικό ότι δεν συνειδητοποιούμε ότι η εμμονή μας να παίζουμε τα καλά παιδιά, κατασκευάζει κακά παιδιά γύρω μας. Γιατί οι ρόλοι είναι συμπληρωματικοί. Για να είμαι Σωτήρας πρέπει να έχω έναν Σωζόμενο. Για να είμαι Θύμα, χρειάζομαι έναν Θύτη. Και αν δεν τον βρω, θα γίνω Θύτης εγώ για να σε αναγκάσω να αντιδράσεις και να γίνεις εσύ ο Θύτης. Και όταν με πληγώσεις να επιστρέψω στον «τίμιο» ρόλο του θύματος.
Έχω την πεποίθηση ότι οι άνθρωποί είμαστε φτιαγμένοι από το ίδιο υλικό. Έχουμε μέσα μας τον άγγελο και τον διάολο, τον ήρωα και τον ρουφιάνο, τον λαβωμένο και τον φονιά. Και νομίζω ότι αυτή η σκέψη μας απαλλάσσει από την εμμονή να διαλέγουμε πάντα την καλή μεριά. Και όταν δεν χρειάζεται να είμαι καλός, να θυσιάζομαι για να αξίζω, δεν παλεύω πια με το κακό. Δεν το φοβάμαι, δεν το απαξιώ, δεν το αποτάσσω, συμφιλιώνομαι με το λιοντάρι μέσα μου, και τότε αυτό είναι ήρεμο, ήσυχο, τιμημένο και ακίνδυνο. Με άλλα λόγια για να είμαι πραγματικά «καλός» θα πρέπει να αποδεχτώ ότι είμαι και κακός. Ότι είμαι απ’ όλα.
Όταν ζω με περιέργεια για το τι μπορεί να είμαι, για το ποιες πλευρές μου μπορεί να αφυπνιστούν δεν κινδυνεύω να υποπέσω στο να διαλέξω κανένα ρόλο. Γιατί αυτό θα μου στερήσει να παίξω σε σπουδαία έργα, να ανεβάσω συγκλονιστικές παραστάσεις, όχι του θεάτρου, αλλά της ζωής.
Χανιά, 6 Απρίλη 2024
Νικολέτα Μπουλταδάκη