Γιατί αρρωσταίνουν οι θεραπευτές; Μια απόπειρα υπόθεσης.
Ασκώ το επάγγελμα του ψυχολόγου 20 χρόνια. Έχω δει χιλιάδες ανθρώπους, έχω αφουγκραστεί ψυχές, έχω γνωρίσει ζωές, έχω συμπορευτεί σε άγνωστα μονοπάτια και έχω συγκατασκευάσει αλλαγές. Εμείς οι θεραπευτές είμαστε ευλογημένα πλάσματα. Συνδεόμαστε διαρκώς. Οι άνθρωποι μας εμπιστεύονται τις ψυχές τους. Είμαστε μάρτυρες θαυμάτων. Ανατροφοδοτούμαστε διαρκώς. Είμαστε πάντα σε ένα εξελικτικό μονοπάτι ύπαρξης είτε το θέλουμε είτε όχι. Είμαστε απίστευτα τυχεροί.
Ταυτόχρονα, είμαστε απίστευτα, υπεράνθρωπα δυνατοί. Οι άνθρωποι δεν έρχονται σε εμάς για να μοιραστούν τη χαρά τους, την ευδαιμονία τους, τον έρωτα τους. Έρχονται πληγωμένοι, ευάλωτοι, αποκαρδιωμένοι, νοσούντες, πάσχοντες. Ψάχνουν φως στο σκοτάδι. Ζητούν ελπίδα. Ζητούν λύσεις. Απαιτούν θαύματα. Αγωνιούν και πονούν. Φέρουν τη ψυχή τους ολόγυμνη και την ακουμπάνε πάνω μας κραυγάζοντας για προστασία και βοήθεια. Εδώ και τώρα. Και εμείς οι θεραπευτές σηκώνουμε αυτό το βάρος. Γινόμαστε Αίαντες έστω και για μία ώρα, όσο κρατά μια συνεδρία. Κι ας είμαστε κατά βάθος Χείρωνες. Πληγωμένοι και οι ίδιοι.
Όλα αυτά, όμως, είναι γνωστά. Είναι το τίμημα που πληρώνεις όταν επιλέγεις αυτό το επάγγελμα και το ξέρεις εξ αρχής. Κι ο καθένας από εμάς, φροντίζει να φροντίζεται. Από θεραπευτές, επόπτες, συναδέλφους, από χαρές και αντισταθμίσεις στην προσωπική μας ζωή. Από οριοθέτηση και ξεκούραση, από κατέβασμα ρολών και απαλλαγή από ρόλους Σωτήρα.
Τότε, γιατί τόσο πολλοί από μας πεθαίνουν από καρκίνο; Συγχωρέστε με για την ερώτηση μου. Δεν υπονοώ ότι οι ίδιοι προκαλούμε τον καρκίνο στον εαυτό μας. Δεν έχω καμία ένδειξη ή απόδειξη για τα αίτια του. Ούτε σε καμία περίπτωση θέλω να σκοτεινιάσω με οποιοδήποτε τρόπο την μνήμη τόσων θεραπευτών. Αλλά, όσο μεγαλώνω, ανησυχώ. Έχω χάσει δασκάλους και δασκάλες. Έχω χάσει θεραπευτές. Και φοβάμαι μην χαθώ κι εγώ.
Αναρωτιέμαι αν υπάρχει κάποια συμπεριφορά, κάποιο trait ανάμεσα μας που προκαλεί καρκινογένεση. Αν υποθέσουμε ότι η καταπίεση κάποιων συναισθημάτων μπορεί να προκαλέσει ανωμαλίες στην ανάπτυξη και τη διαίρεση των κυττάρων, ποιά είναι αυτά τα συναισθήματα μεταξύ των θεραπευτών; Ο νους μας πάει στο θυμό, δεν είναι έτσι; Πολλαπλές έρευνες σε όλα τα μήκη και πλάτη του πλανήτη που αφορούν μελέτες ασθενών με καρκίνο, ισχυρίζονται ότι έχουν παρατηρηθεί εξαιρετικά χαμηλές μετρήσεις θυμού. Τέτοιες χαμηλές τιμές υποδηλώνουν καταπίεση, καταστολή ή συγκράτηση του θυμού. Υπάρχουν στοιχεία που δείχνουν ότι ο καταπιεσμένος θυμός μπορεί να είναι προπομπός για την ανάπτυξη του καρκίνου, αλλά και παράγοντας στην εξέλιξή του μετά τη διάγνωση.
Άραγε γιατί οι θεραπευτές δε θυμώνουν; Μα γιατί ο θυμός είναι δευτερεύον συναίσθημα. Ψάχνουμε να βρούμε τη λύπη που υπάρχει από κάτω. Ντροπή μας, ψυχοθεραπευτές άνθρωποι να μένουμε στα δευτερεύοντα συναισθήματα. Κρίμα τα πτυχία μας. Άλλωστε, δουλειά μας είναι η ανάπτυξη της υγιούς επικοινωνίας, της ανταλλαγής συναισθημάτων και απόψεων με σεβασμό στον εαυτό μας και στους άλλους. Σεβασμός και θυμός δεν πάνε μαζί, πάνε;
Έχω την αίσθηση ότι αρχίζουμε την καριέρα μας υγιείς, καθημερινοί, καμιά φορά δραματικοί άνθρωποι και όσο περνούν τα χρόνια γινόμαστε απομιμήσεις ανθρώπων. Καταπίνουμε το ζεν και το τάο μαζί, γινόμαστε στωικότεροι του Ζήνωνα και επικουρειότεροι του Επίκουρου. Φοράμε πάνω μας μια στολή μακαριότητας και στοχασμού και αντιμετωπίζουμε τα συναισθήματα μας με σκεπτικισμό. Προσπαθούμε να είμαστε διακριτικοί, σχεδόν αόρατοι, ώστε να αφήνουμε χώρο στην έκφραση του άλλου. Κατανοούμε και αντέχουμε κάθε κακή συμπεριφορά ή συναίσθημα του άλλου, εντάσσοντας το ως απάντηση στο όποιο θεωρητικό μας πλαίσιο. Μαθαίνουμε, εκπαιδευόμαστε, να αγαπάμε άνευ όρων, να υπομένουμε κάθε πτυχή της ανθρώπινης συμπεριφοράς.
Και κάπως έτσι χάνουμε τους εαυτούς μας. Χάνουμε την ικανότητα να έχουμε αυθόρμητα συναισθήματα. Ξεχνάμε να είμαστε άνθρωποι. Ευάλωτοι, με οξείες γωνίες, όχι πάντα ευχάριστοι, όχι πάντα επικοινωνιακοί, όχι πάντα ενσυναισθητικοί. Οι σκιές πίσω από το ρόλο του αγαπησιάρη θεραπευτή ολοένα μεγαλώνουν κι εμείς ολοένα δεν τις αναγνωρίζουμε ως δικές μας. Δεν υπάρχει, άλλωστε χώρος για να βγουν και να χορέψουν. Κουβαλάμε το ρόλο του θεραπευτή στη προσωπική μας ζωή. Κρατάμε αυτή τη θεραπευτική απόσταση από τους ανθρώπους, αυτή την απόσταση της φροντίδας, αυτή την απόσταση που μόνο προστατεύει, ποτέ δεν προστατεύεται. Για να ξεκουραστούμε, απομονωνόμαστε. Για να μη χρειαστεί να φροντίσουμε κανένα.
Αλλά ας μη γελιόμαστε. Οι σκιές καραδοκούν. Είναι εκεί μέσα μας κι αν δεν τις βγάλουμε εμείς έξω να χορέψουν, θα στήσουν πανηγύρι στο σώμα μας.Και καλά θα κάνουν. Ίσως έτσι μας ξυπνήσουν από το λήθαργο στον οποίο εθελοντικά μπήκαμε. Ίσως μας αναγκάσουν να πετάξουμε το ρόλο του ιδανικού θεραπευτή, της ιδανικής μητέρας από πάνω μας. Ίσως μας θυμίσουν το μεγαλείο να είσαι άνθρωπος. Αληθινός, ζωντανός, ευαίσθητος και ευάλωτος και πλημμυρισμένος από κάθε συναίσθημα. Ίσως δώσουν χώρο στην ζωοποιό ορμή του θυμού, στη οριοθέτηση που φέρνει, στο πάθος και στον πόλεμο που χρειάζεται η ζωή για να νικήσει τις αδικίες και τα τέρατα.
Στο τέλος της μέρας, και οι θεραπευόμενοι μας δεν ψάχνουν ιδανικούς θεραπευτές. Ζωντανούς και υγιείς θεραπευτές ψάχνουν. Αληθινούς και αυθεντικούς, όπως αυτούς. Για να μπορούν να ταυτιστούν. Και αν ένα μάθημα υγείας έχουμε να τους δώσουμε, αυτό είναι να μάθουν να μη φοβούνται στη σύγκρουση. Ο φόβος της σύγκρουσης- αυτή η μάστιγα. Και σύγκρουση χωρίς έστω λίγα ίχνη θυμού δεν υπάρχει. Δεν μπορείς να φτιάξεις ομελέτα, χωρίς να σπάσεις αυγά, που λένε και οι φίλοι σας οι Αμερικάνοι. Ας σπάσουμε κανένα αυγό, λοιπό, συνάδελφοι. Είναι ζήτημα ζωής και θανάτου.
Χανιά, 1 Μαΐου 2022
Νικολέτα Μπουλταδάκη